Αντώνιος Β' ο Καuλέας: Ποιος είναι ο θαυματουργός Άγιος που τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου


Αντώνιος Β’ ο Καuλέας: Ποιος είναι ο θαυματουργός Άγιος που τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου


Διαφ.


Ο Αντώνιος Β΄ ο Καυλέας ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 893 έως το 901. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 829.

Εκεί έλαβε την βασική εκπαίδευση και, μετά τον θάνατο της μητέρας του, σε ηλικία 12 ετών έγινε μοναχός και μπήκε σε μοναστήρι της Κωνσταντινούπολης. Εκεί ακολούθησε θεολογικές σπουδές και, αφού χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Μεθόδιο ή τον Ιγνάτιο, έφτασε να γίνει ηγούμενος.

Λίγα χρόνια αργότερα υπέπεσε στην προσοχή του Στυλιανού Ζαούτζης, του πανίσχυρου υπουργού του Αυτοκράτορα Λέοντα του Σοφού. Υποστήριξε τον Αυτοκράτορα Λέοντα έναντι του Πατριάρχη Φωτίου, αλλά συνέβαλε και στην ειρήνευση της Εκκλησίας, εργαζόμενος για τη συμφιλίωση των οπαδών των Πατριαρχών Φωτίου και Ιγνατίου.

Για τους λόγους αυτούς, μόλις πέθανε ο Πατριάρχης Στέφανος Α΄, αδελφός του Λέοντα του Σοφού, ο τελευταίος τον προώθησε στον Οικουμενικό Θρόνο. Ως Πατριάρχης, συνεκάλεσε Σύνοδο, την οποία παρακολούθησαν και απεσταλμένοι της Ρώμης, η οποία θεώρησε ότι το σχίσμα που προκλήθηκε από τον Φώτιο και τον Ιγνάτιο είχε λήξει, χωρίς όμως να καταδικαστεί κανείς εκ των πρωταγωνιστών του.

Ήταν άνθρωπος πράος και ευσεβής και διακρίθηκε για την οσιότητα της ζωής του. Υποστήριξε τον μοναχισμό και θεμελίωσε (ή ανακαίνισε) τη Μονή Καυλέα στην Κωνσταντινούπολη, εξ ου και το προσωνύμιό του. Πέθανε στις 12 Φεβρουαρίου 901 και ετάφη στη Μονή αυτή. Θεωρείται θαυματουργός. Ανακηρύχθηκε άγιος και η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου και από την Καθολική και από την Ορθόδοξη Εκκλησία.

πατριαρχειο-κωνσταντινουπολεως
Πατριαρχείο

«Πάρε χώμα και τρίψε τα μάτια σου…»: Το συγκλονιστικό θαύμα του Αγίου Αρσενίου σε τυφλή γυναίκα

Το θαύμα του Αγίου Αρσενίου Καππαδόκη όταν βρισκόταν εν ζωή σε μια τυφλή Μουσουλμάνα. Υπενθυμίζεται, ότι ο Άγιος τιμάται από την Εκκλησία στις 10 Νοεμβρίου.

Είχαν φέρει κάποτε από τους Τελέληδες μια τυφλή Μουσουλμάνα, ονόματι Φάτμα, ημέρα Τετάρτη στον Χατζηαφέντη, να την διαβάσει να γίνει καλά. Επειδή ήταν έγκλειστος, αφού χτυπήσαν την πόρτα του κελλιού του αρκετά οι συνοδοί της τυφλής, την άφησαν απ’ έξω και πήγαν στο Μεσοχώρι.

Εκείνη την ώρα μια Φαρασιώτισσα, που της είχε αγκυλωθεί το χέρι της, πήγε στο κελλί του Χατζηαφέντη και πήρε από το κατώφλι της πόρτας του χώμα, άλειψε το παθεμένο χέρι της και έγινε καλά. (Έτσι έκαναν όλοι οι Φαρασιώτες αυτές τις δύο ημέρες, που έμενε έγκλειστος, και δεν τον ενοχλούσαν).

Όταν λοιπόν είδε την τυφλή, την ρώτησε γιατί περιμένει και η τυφλή της είπε την αιτία. Τότε η Φαρασιώτισσα της απάντησε: «Τι κάθεσαι και χασομεράς; Δεν ξέρεις ότι ο Χατζηαφέντης την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν ανοίγει; Πάρε χώμα από το κατώφλι της πόρτας και τρίψε τα μάτια σου να γίνεις καλά, όπως κάνουμε και όλοι αυτές τις ημέρες, όταν αρρωσταίνουμε».

Η Φαρασιώτισσα έφυγε και πήγε στην δουλειά της. Η Μουσουλμάνα όμως είχε παραξενευθεί στην αρχή γι’ αυτό που άκουσε, αλλά μετά έψαξε και βρήκε το κατώφλι, πήρε χώμα και έτριψε τα μάτια της και αμέσως άρχισε να βλέπει θαμπά.

Από την χαρά της τότε πήρε μια πέτρα και χτυπούσε σαν τρελλή την πόρτα του Πατρός Αρσενίου, ο οποίος άνοιξε και, επειδή είδε πως ήταν Μουσουλμάνα, ενώ δεν μιλούσε αυτήν την ημέρα, έκανε διάκριση και την ρώτησε τι θέλει.

Του είπε τον λόγο και ο Πατήρ πήρε το Ευαγγέλιο και την διάβασε και αμέσως της ήρθε όλο της το φως. Εκείνη τότε από την χαρά της έπεσε στα πόδια του και τον προσκυνούσε με ευλάβεια, αλλ’ ο Πατήρ την μάλωσε και της είπε: «Εάν θέλεις να προσκυνήσεις, να προσκυνήσεις τον Χριστό που σου έδωσε το φως και όχι εμένα». Έφυγε μετά χαρούμενη να βρει τους συνοδούς της και ανεχώρησαν για το χωριό τους.


Πηγή