Έκλεισε το εστιατόριο μετά το θάνατό της: Λουκέτο στο μαγαζί που δούλευε η Ντέμη Γεωργίου πριν πεθάνει!


Έκλεισε το εστιατόριο μετά το θάνατό της: Λουκέτο στο μαγαζί που δούλευε η Ντέμη Γεωργίου πριν πεθάνει!


Διαφ.


Η Ντέμη Γεωργίου έφυγε ξαφνικά από τη ζωή πριν από περίπου δύο μήνες, σε ηλικία 39 ετών, και το εστιατόριό της στην Πάρο έκλεισε.

Συγκεκριμένα, όπως αποκάλυψε η σύντροφος της σεφ, Μαριαλένα Ξηρομερίτη, στο TLIFE, το εστιατόριο που είχαν ανοίξει μαζί, δεν υφίσταται πλέον, καθώς έκλεισε μετά τον θάνατο της Ντέμης.

Η σύντροφος της Ντέμης Γεωργίου δεν μπορεί να ξεπεράσει την απώλεια

Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε “είναι βίαιο όλο αυτό, όπως μπορεί να είναι ένας άνθρωπος μετά από ένα τέτοιο γεγονός. Είναι σοκ, δεν μπορεί ο θάνατος να είναι ευχάριστος. Απλά πρέπει να αποδεχτούμε πράγματα… Ο χαμός της Ντέμης ήταν μεγάλη σφαλιάρα. Ήμασταν μια χαρά, δουλεύαμε στο μαγαζί, ήταν πολύ ωραία η φάση γενικώς και ήταν τόσο απότομο το κόψιμο… Τη μία μέρα ήμασταν στη θάλασσα κι ένιωθα τόσο χαρούμενη που βρήκαμε επιτέλους τρία λεπτά για τον εαυτό μας, γιατί ήταν πολύ σπάνιο φαινόμενο και την άλλη μέρα απλά γυρνάω σπίτι και… Δεν κατάλαβα τίποτα. Μέχρι να συνειδητοποιήσω τι είχε γίνει, ήταν απίστευτο το σοκ”.

Έκλεισε το εστιατόριο μετά το θάνατό της: Λουκέτο στο μαγαζί που δούλευε η Ντέμη Γεωργίου πριν πεθάνει!

Έκλεισε το εστιατόριο μετά το θάνατό της: Λουκέτο στο μαγαζί που δούλευε η Ντέμη Γεωργίου πριν πεθάνει!

Έκλεισε το εστιατόριο μετά το θάνατό της: Λουκέτο στο μαγαζί που δούλευε η Ντέμη Γεωργίου πριν πεθάνει!

Έκλεισε οριστικά το εστιατόριο που λειτουργούσε η Ντέμη Γεωργίου στην Πάρο

Όσον αφορά το μαγαζί στην Πάρο, επεσήμανε ότι “απλώς δεν με ένοιαζε… Δηλαδή, όταν το έφτιαχνα το μαγαζί ήταν η ενέργεια που υπήρχε από δύο ανθρώπους, είχε πάρα πολύ δυνατό συναίσθημα όλο το μαγαζί… Ήταν, πώς είναι ένα παιδί που το περιμένεις να γεννηθεί… Είχε λαχτάρα, πολύ μεγάλη! Έγινε και ξαφνικά δεν ήταν το ίδιο, απλά δεν ήταν το ίδιο χωρίς εκείνη. Θα μπορούσα πολύ άνετα να το κάνω, να το τρέξω αλλά το ένιωθα τόσο ξένο… Καθόμουν την τελευταία ημέρα σε ένα πεζουλάκι που είχαμε, κάτω από το μπαρ και το έβλεπα κι αναρωτιόμουν “είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ; Είμαστε σίγουροι ότι είμαστε στον ίδιο χώρο και αυτό είναι το δικό μου το “παιδί”, το δικό μου “σπίτι;” Ήταν ό,τι πιο ξένο. Ένιωσα ότι δεν του ανήκω, ότι δεν μου ανήκει… Κάθισα πάρα πολλές ώρες μέσα στο μαγαζί… Ήμουν από το πρωί μέχρι το βράδυ για τουλάχιστον ένα τετραήμερο και το κοιτούσα και το ανέλυα… Το άφηνα να μου μιλάει και νομίζω ότι δεν τα είπαμε όπως θα έπρεπε… Ένιωσα ότι κάτι θα λείπει πάντα, δεν θα είναι αρτιμελές και θα λείπει κομμάτι, το οποίο είναι ήδη ένα δικό μου κομμάτι, η Ντέμη ήταν οικογένεια! Σε κάθε επίπεδο, είτε ήμασταν μαζί, είτε δεν ήμασταν, είχαμε μία σχέση πολύ ιδιαίτερη και μαγειρικά που έχουμε συνεργαστεί εκτός και αργότερα και στο δικό μας και σε προσωπικό επίπεδο ήταν τελείως διαφορετικά…”.


Πηγή